001 CANON C300mkIII first impressions

001 - CANON C300mkIII πρώτες εντυπώσεις

Όπου σήμερα δοκιμάζουμε το νέο μοντέλο της Canon C300mkIII που μας παραχώρησαν από την ManiosCineTools, λίγο πριν κυκλοφορήσει επίσημα και καταγράφουμε τις εντυπώσεις μας. 


Λίγη Ιστορία - πίσω στο μακρινό 2011

Πίσω στον μακρινό Νοέμβρη του 2011 ανακοινώνεται η κυκλοφορία της πρωτοποριακής για την εποχή  CANON C300, της πρώτης ψηφιακής κινηματογραφικής μηχανής της "οικογένειας" CANON CINEMA EOS. Πρόκειται για μια κάμερα με αισθητήρα μεγέθους Super35mm που εγγράφει σε αρχείο MXF με bitrate 50Mbps και codec MPEG-2 Long GOP με chroma subsampling 422 με ανάλυση 1920*1080. Το δυναμικό εύρος που επιτυγχάνει είναι 12 Stops (εγγραφή σε CANON log). Και γιατί αυτό ήταν πρωτοποριακό;  Ένας από τους βασικούς λόγους ήταν ότι το bitrate (422 50mbps) που επιτύγχανε ήταν το minimum requirement για αρκετά HD broadcast κανάλια της εποχής, οπότε έγινε αποδεκτή σε αρκετές παραγωγές ντοκιμαντέρ. Η ποιότητα της εικόνας προέκυπτε από έναν 4K αισθητήρα που έκανε εσωτερικά downscale σε HD και ο θόρυβος που έβγαζε ήταν διακριτικός και οργανικός στην υφή της εικόνας.  Αυτή η ποιότητα της εικόνας σε συνδυασμό με την δυνατότητα επιλογής μοντέλου με μοντούρα PL, έδινε τη δυνατότητα χρήσης της τεράστιας γκάμας κινηματογραφικών φακών PL, δίνοντάς της πάτημα για χρήση και σε κινηματογραφικές παραγωγές. Ενδεικτικά, αναφέρουμε την ταινία μυθοπλασίας "Blue is the warmest Color" (2013) του Abdellatif Kechiche που γύρίστηκε με Canon C300. Σε εκείνη την χρονική περίοδο, στα κινηματογραφικά γυρίσματα με ψηφιακή μηχανή κυριαρχούσαν η ARRI ALEXA και η RED EPIC-X.
Η C300 μας φαίνεται εύκολη στη χρήση γιατί είναι καλοσχεδιασμένη όσον αφορά στην εργονομία των κουμπιών και είναι φτιαγμένη με τρόπο τέτοιο που ένας οπερατέρ χωρίς  βοηθό, να βρίσκει γρήγορα και σχεδόν στα τυφλά κουμπιά για τις κυριότερες ρυθμίσεις που μπορεί να χρειαστεί σε μια πληθώρα καταστάσεων γυρίσματος. Η λαβή της είναι σχεδιασμένη έξυπνα και το βάρος νιώθεις οτι ισορροπεί αρκετά καλά σε συνθήκες λήψης με μηχανή στο χέρι. Μια μηχανή που 8 χρόνια μετά, ακόμη χρησιμοποιείται σε πληθώρα παραγωγών που δεν έχουν απαιτήσεις για ανάλυση μεγαλύτερη από HD.

Ενδιάμεσος σταθμός η C300mkII

Τον Σεπτέμβριο του 2015 κυκλοφόρησε η C300mkII. Ο νέος αισθητήρας (DIGIC DV5) μπορεί να γράψει σε ανάλυση 4Κ και το δυναμικό του εύρος φτάνει τα 15 stops (σε Canon LOG2). To codec είναι πλέον XFAVC και η μηχανή μπορεί να εγγράψει αρχείο RAW σε εξωτερικό εγγραφέα. Σε επίπεδο workflow, προστίθεται μια σειρά επιλογών σε color gamuts (BT.2020, Canon Cinema Gamut and DCI-P3.) και η δυνατότητα για ταυτόχρονη εγγραφή σε χαμηλότερης ποιότητας αρχείο (proxy) σε SD κάρτα, ενώ το βασικό αρχείο εγγράφεται σε κάρτα τύπου CFast. Το autofocus έρχεται να να βοηθήσει όσους έχουν ανάγκη από μια τέτοια δυνατότητα. Μια αρκετά καλή αναβάθμιση σε ποιότητα εικόνας.

Και φτάνουμε στην κορυφαία C300mkIII

Canon C300mkIII body
Canon C300mkIII body

Τον Απρίλιο του 2020 εν μέσω της πανδημίας του COVID-19 και ενώ οι μεγάλες εκθέσεις νέων τεχνολογικών προϊόντων εικόνας και ήχου έχουν ακυρωθεί, η Canon ανακοινώνει διαδικτυακά το νέο της μοντέλο, την Canon C300mkIII. H μηχανή μοιράζεται το σώμα και τον αισθητήρα (DIGIC DV7) της CANON C500mkII. Ο νέος αισθητήρας έχει μέγεθος Super 35mm (σε σύγκριση με τον Full Frame αισθητήρα της C500mkII) με δυνατότητα εσωτερικής εγγραφής σε ανάλυση 4Κ μέχρι 120p και δυναμικό εύρος 16 stops (σε Canon LOG2  σύμφωνα πάντα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά που δίνει η CANON). 
Η εγγραφή μπορεί να γίνει σε 12-bit Cinema RAW lite (bitrate 1Gbps) ή 10-bit XFAVC (με bitrate 410 Mbps στα 25p ή 810 Mbps στα 50p). Οι δυνατότητες autofocus είναι εμφανώς βελτιωμένες και ο αισθητήρας έχει τη δυνατότητα ηλεκτρονικής σταθεροποίησης της εικόνας με σύστημα 5 αξόνων. Ο νέος σχεδιασμός του αισθητήρα υλοποιεί το σύστημα Dual Gain Output, χάρη στο οποίο, με απλά λόγια, κάθε pixel στον αισθητήρα διαβάζεται με δύο διαφορετικά επίπεδα ενίσχυσης, ένα υψηλό και ένα χαμηλό, που μετά συνδυάζονται για να παράξουν μια μοναδική εικόνα. Η ανάγνωση της πληροφορίας ενός pixel με υψηλή ενίσχυση στον DGO αισθητήρα χρησιμοποιείται για να έχουμε λεπτομέρεια στις σκοτεινές περιοχές, ενώ η ανάγνωση με χαμηλή ενίσχυση εξασφαλίζει τις λεπτομέρειες στις φωτεινότερες περιοχές. Όταν αυτές οι δύο τιμές συνδυάζονται με ακρίβεια μέτρησης ανά pixel, επιτυγχάνεται ένα εντυπωσιακό δυναμικό εύρος. Αυτή η τεχνολογία δεν είναι καινούρια. Υλοποιείται με επιτυχία στον αισθητήρα ALEV III της ARRI ALEXA με την ονομασία Dual Gain Architecture. Ωστόσο είναι υπέροχο που μπορεί ο χρήστης να επωφεληθεί από μια τέτοια τεχνολογία υλοποιημένη σε μια μηχανή που δεν απευθύνεται σε high-end γυρίσματα και είναι φυσικά φθηνότερη. Το DGO λειτουργεί μέχρι τα 60 fps. Επίσης είναι κάτι που δεν μπορείς να το ενεργοποιήσεις ή να το απενεργοποιήσεις. 
Στα εσωτερικά φίλτρα ND βρίσκουμε την κλασική ύπαρξη 3 φίλτρων ND (0.6, 1.2, και 1.8) και 2 επιπλέον αρκεί να ενεργοποιηθούν από το μενού ND (2.1 και 2.4).  Ο αισθητήρας μπορεί να λειτουργήσει στην επιλογή Super 35mm και στην Super 16mm (cropped mode) και ανάλυση 2Κ. Στη επιλογή Super 16mm και σε ανάλυση 2Κ, χρησιμοποιείται μικρότερο τμήμα του αισθητήρα και έτσι έχουμε crop factor x2,  μειώνεται στο μισό δηλαδή το Field of View ή πιο απλά, είναι σαν να διπλασιάζεται το εστιακό μήκος του φακού. Χρήσιμη επιλογή για να να μπορέσεις με ένα ζουμ φακό να καλύψεις και τις διπλάσιες εστιακές του αποστάσεις όταν εγγράφεις σε 2Κ. Μένει να δοκιμαστεί αν αυτή η επιλογή έρχεται χωρίς κόστος στην οξύτητα και τη συνολική ποιότητα της εικόνας. 
Ενδιαφέρον στη σχεδίαση έχει και το σύστημα ψύξης της μηχανής που τοποθετεί εμφανώς μεγάλους αεραγωγούς που διώχνουν τον ζεστό αέρα στη δεξιά πλευρά εκεί που βρίσκεται ο χέρι του οπερατέρ όταν κρατάει τη μηχανή από το handgrip. Ο ανεμιστήρας έχει τη δυνατότητα να λειτουργεί στο τελείως αυτόματο, είτε να λειτουργεί στο high mode όταν η κάμερα είναι standby και στο low mode όταν η κάμερα είναι σε REC mode ώστε να μην "ενοχλεί". Προχωρημένη λειτουργία που συναντά κανείς σε πιο ακριβές κατασκευές. 

Πρώτες Εντυπώσεις

Ο σχεδιασμός της μηχανής είναι αυτό που θα λέγαμε: "modular and versatile". Διέκρινα δύο διαφορετικά σενάρια στησίματος της μηχανής με βάση τον σκοπό χρήσης. Το πρώτο, αφορά στη χρήση της μηχανής σε συνθήκες ντοκιμαντέρ όπου η ευελιξία είναι πολύ σημαντική. Το δεύτερο, αφορά στη χρήση σε ένα πιο δομημένο γύρισμα όπως μια ταινία μυθοπλασίας. Φυσικά, υπάρχει και ένα ακόμη, στήσιμο, τελείως minmal, για χρήση σε gimbal ή drone χρησιμοποιώντας μόνο το σώμα και την μπαταρία. 

Ντοκιμαντέρ: 

Canon C300mkIII minimal setup
Canon C300mkIII minimal setup

Η μηχανή μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε ένα αρκετά "ελαφρύ" στήσιμο, με την μπαταρία BP-A60, το handgrip, το top handle και το LCD monitor LM-V2 ώστε να έχει χαμηλό βάρος. Η μηχανή υποστηρίζει 4 κανάλια εγγραφής ήχου, οπότε μπορείς να γράψεις ήχο "οδηγό" από τα ενσωματωμένα μικρόφωνα (πολύ πρακτικό κατά τη γνώμη μας και χωρίς έξτρα βάρος) και να προσθέσεις μέχρι 2 εξωτερικές πηγές ήχου μέσω XLR (πχ. 2 ασύρματες ψείρες). Η χρήση EF φακών και η δυνατότητα autofocus μας δίνει μια τεράστια γκάμα επιλογής ποιοτικών και ευρέως διαθέσιμων φακών. Ο χειρισμός της μηχανής είναι εύκολος και διαισθητικός, ειδικά αν έχει κανείς εμπειρία με τα 2 προηγούμενα μοντέλα C300.
Το βάρος είναι αρκετά χαμηλό για να την κουβαλάς και για να τη χειρίζεσαι. Σε αυτή τη συνθήκη του ντοκιμαντέρ είναι πολύ χρήσιμη η δυνατότητα για σταθερά "χεράτα" πλάνα έχοντας ενεργοποιημένη την σταθεροποίηση εικόνας της μηχανής αλλά και του φακού (αν το υποστηρίζει ο φακός). Το μόνο αρνητικό στη χρήση της σταθεροποίησης είναι οι απότομες αλλαγές που προκύπτουν όταν δοκιμάσει κανείς κάποια διορθωτική κίνηση panoramic ή tilt. Αν η συνθήκη απαιτεί ομαλές αλλαγές-διορθώσεις, τότε, το τριπόδι είναι μονόδρομος. Η χρήση ρυθμιζόμενων κουμπιών (assignable buttons) μπορεί να απλοποιήσει τις περισσότερες λειτουργίες που μπορεί κανείς να απαιτήσει σε τελείως διαφορετικές συνθήκες γυρίσματος. Τα περισσότερα κουμπιά είναι από την αριστερή πλευρά του σώματος, που εξυπηρετεί τη χρήση της μηχανής χωρίς βοηθό οπερατέρ. Η εικόνα του μόνιτορ είναι ευκρινής και φωτεινή και η εστίαση μπορεί να πραγματοποιηθεί σχετικά εύκολα εκτός και αν μιλάμε για συνθήκες με έντονη αντηλιά. Σε αυτή την περίπτωση η λειτουργία peaking μπορεί να βοηθήσει. Η αυτόματη εστίαση ανταποκρίθηκε τέλεια σε στατικές συνθήκες. Ωστόσο σε κινούμενα θέματα είναι κάτι που θέλει λίγο καλύτερη παραμετροποίηση των ρυθμίσεων ώστε να βρεθεί η βέλτιστη λειτουργία του autofocus. Δεν είναι κάτι που απλά το πατάς και δουλεύει σε όλες τις περιπτώσεις. Ωστόσο, είναι αρκετά βοηθητικό, το ότι μπορείς να κάνεις ομαλά rack focus (χρήσιμα σε b-rolls και όχι μόνο) επιλέγοντας το σημείο στην touch screen οθόνη στο οποίο θέλεις να εστιάσεις με δυνατότητα ρύθμισης της ταχύτητας αλλαγής της εστίασης. 
Ενδιαφέρον για ένα ντοκιμαντέρ έχει και η δυνατότητα να γράψεις ταυτόχρονα proxy σε χαμηλότερη ποιότητα με "ψημένο" LUT, ώστε να μπορεί να βλέπει κανείς "dailies" σε ένα απλό μηχάνημα δεδομένου οτι τα 4Κ LOG αρχεία μάλλον δεν "παίζουν" παρά μόνο σε high end μηχανήματα.
Μια ακόμη σχεδιαστική βελτίωση είναι η χρήση ενός μόνο καλωδίου που συνδέει το monitor με το σώμα της μηχανής, αντί των 2 χωριστών καλωδίων (ένα για τον ήχο και ενα για την εικόνα) που είχαμε στα 2 προηγούμενα μοντέλα C300. 
Στα αρνητικά του σχεδιασμού, θα πρέπει να αναφέρουμε την κατά τη γνώμη μας άβολη τοποθέτηση του μόνιτορ όταν θέλεις να μεταφέρεις την κάμερα είτε πιάνοντας την από το χερούλι είτε βάζοντάς την προσωρινά σε μια τσάντα μεταφοράς,  ή σε ένα cinesaddle στο πίσω κάθισμα του αυτοκινήτου. Δε βρήκαμε έναν τρόπο που να προστατεύει το μόνιτορ από χτυπήματα ή που να μην ενοχλεί στο πιάσιμο του χερουλιού. Πρόκειται μάλλον για δική μας ιδιοτροπία που χρονολογείται από την πρώτη κυκλοφορία του μόνιτορ στη C200 που χρησιμοποιεί έναν παρόμοιο σχεδιασμό, αλλά έπρεπε να τη μοιραστούμε. 
Για μια ακόμη φορά η Canon έχει φτιάξει μια δυνατή κάμερα για τη σύγχρονη συνθήκη ντοκιμαντέρ με εξαιρετική εργονομία στο γύρισμα, υψηλή ποιότητα εικόνας και ένα σύγχρονο workflow στο post production. 

Μυθοπλασία

Canon C300mkIII with Cooke mini S4i 32mm
Canon C300mkIII with Cooke mini S4i 32mm

Εδώ το στήσιμο που μπορεί να γίνει είναι διαφορετικό Η βασική προσθήκη είναι το  Expansion Unit EU-V2. Με αυτή την προσθήκη καταργείται η μπαταρία BP-A60 και δίνεται η δυνατότητα να χρησιμοποιηθούν μπαταρίες V-lock και κατ' επέκταση να τροφοδοτήσει κανείς επιπλέον αξεσουάρ κάμερας όπως ασύρματο focus και ασύρματη μετάδοση εικόνας. To expansion unit EU-V2 δίνει 2 επιπλεόν συνδέσμους XLR για χρήση στα 4 συνολικά κανάλια εγγραφής ήχου. Επίσης, προσφέρει τη δυνατότητα σύνδεσης με καλώδιο ETHERNET για τον έλεγχο της μηχανής μέσω web browser (πχ. σε συνθήκες γερανού, στούντιο κτλ). 
Στις εξόδους της μηχανής, βρίσκουμε τη δυνατότητα για έξοδο σήματος με HDMI αλλά και με SDI αρκετά βολικό για να καλύψει κάθε πιθανή ανάγκη για μόνιτορ είτε πάνω στην κάμερα (για καδράρισμα ή για εστίαση από τον βοηθό οπερατέρ) είτε για το μόνιτορ του σκηνοθέτη. Μάλιστα μπορεί να βγάζει σήμα που φοράει LUT ώστε ο σκηνοθέτης να μη βλέπει το flat σήμα του LOG. Στο σήμα εξόδου, είναι ενδιαφέρουσα και η δυνατότητα μορφοποίησης των πληροφοριών της κάμερας γύρω από την εικόνα σε ένα μαύρο πλαίσιο ώστε να μην "πατάνε" οι πληροφορίες στο κάδρο, αλλά ταυτόχρονα να υπάρχουν εκεί για όποιον τις χρειάζεται (dop, σκριπτ, κα.). Αυτός ο σχεδιασμός θυμίζει αρκετά άλλες υλοποιήσεις, όπως αυτές της ARRi και της RED.

Πολύ σημαντική είναι η δυνατότητα αλλαγής τη μοντούρας φακών από τον χρήστη με 4 βίδες. Μπορέσαμε να αλλάξουμε σε λιγότερο από 5 λεπτά την μοντούρα EF με την μοντούρα PL. 

PL mount for Canon C300mkIII
PL mount for Canon C300mkIII
C300mkIII without Lens mount
C300mkIII without Lens mount
C300mkIII with PL mount and EF mount on the side
C300mkIII with PL mount and EF mount on the side

Σε μια τέτοια συνθήκη γυρίσματος, είναι πολύ πρακτική η δυνατότητα για μεταφορά metadata πληροφορίας από τους φακούς Cooke μέσω της μουντούρας PL. Συμφωνα με τα τεχνικά χαρακτηριστικά της μηχανής, η μοντούρα υποστηρίζει την τεχνολογία Cooke /i που μεταφέρει πληροφορίες από τον φακό προς την κάμερα, όπως το εστιακό μήκος του φακού, το διάφραγμα και το σημείο εστίασης. Υπάρχει επίσης η υποστήριξη για αναμορφικούς φακούς 2x και 1.3x. 

Σε ένα τέτοιο στήσιμο μηχανής μπορεί να αξιοποιηθεί ο σύνδεσμος TIMECODE για συγχρονισμό με πολύκάμερη λήψη ή με κάποιο εξωτερικό καταγραφικό ήχου. 

Για την στήριξη της μηχανής στον ώμο θα χρειαστούν προφανώς αξεσουάρ. Παρότι η μηχανή παρέχει σχεδιαστικά μεγάλη ευελιξία στη χρήση της με εξωτερικά περιφερειακά, ένα πιο "βαρύ σετάπ" θα χρειαζόταν κάποια third party bottom και top plates όπως αυτά που προτείνει η ARRI για να κάνουν τη μηχανή πιο εύκολη στο στήσιμο. Σε αυτή την περίπτωση θα προτιμούσαμε τη χρήση της μηχανής με κάποιο Electronic Viewfinder όπως το Canon EVF-V70 OLED Viewfinder που βγαίνει περίπου στα 4000 ευρώ + ΦΠΑ. Αυτό θα την έκανε ιδανική για χρήση της μηχανής "στον ώμο".  

1/4" mounting options

Στο επάνω μέρος της μηχανής και εκατέρωθεν του χερουλιού υπάρχουν 6 υποδοχές για βίδες τύπου 1/4 της ίντσας για να στερεωθεί με τη χρήση magic arm ή αλλων εργαλείων κάποιο εξωτερικό μόνιτορ ή κάποιος ασύρματος πομπός εικόνας ή ήχου. Πάνω στο χερούλι υπάρχουν άλλες 2 αντίστοιχες υποδοχές Ωστόσο, την τοποθέτησή τους δεν τη βρήκαμε και πολύ βολική καθότι "πέφτει" πάνω στο χερούλι. Άλλη μια ιδιοτροπία μας. 

Κάρτα εγγραφής CFexpress

Η εγγραφή γίνεται σε νέες κάρτες τύπου CF EXPRESS που υποστηρίζουν ταχύτητα ανάγνωσης 1700MB/s και εγγραφής 1500MB/s. Σε μια κάρτα 512GB που χρησιμοποιήθηκε ο χρόνος εγγραφής ήταν 67 λεπτά στα 4K (4096×2160) RAW @ 25fps  ή 166 λεπτά στα 4K (4096×2160) XFAVC @ 25fps. Ενημερωτικά, μια κάρτα CFexpress 512GB κοστίζει περίπου 700 ευρώ + ΦΠΑ. 

Κατανάλωση ενέργειας

Η μηχανή καταναλώνει μόλις 31 Watt.  Αυτή είναι μια αρκετά χαμηλή κατανάλωση και έτσι με μια μπαταρία BP-A60 μπορείς να τροφοδοτήσεις την κάμερα για περίπου 130 λεπτά. Αρκετά καλός χρόνος. 

Εικόνα

Στο παραπάνω vimeo video μπορείτε να δείτε την εικόνα της μηχανής και τη φάτσα μου. Χρησιμοποιήσαμε τον αγαπημένο μας Canon EF 16-35mm f/2.8L III USM και τον Canon EF 24-105mm f/4L II USM για να τεστάρουμε το stabiliser. "Φορέσαμε" επίσης δύο ακόμη vintage φακούς, τον κλασικό φτηνό αλλά καλό Helios 58mm f2 Μ42 και τον επίσης σοβιετικής προέλευσης MIR 37mm f2.8 M42 με προσαρμογέα Μ42 σε EF mount. Οι δύο τελευταίοι,  όταν είναι "τέρμα ανοιχτοί" είναι αρκετά "μαλακοί" και ειδικά στα άκρα του κάδρου η εικόνα χάνει την ευκρίνιά της. Ωστόσο, αυτό δεν είναι ένα τεστ φακών και φυσικά δεν είναι ούτε ένα τεστ κάμερας. Ένα παιχνίδι είναι και ως τέτοιο δείτε το. Για να απολάυσουμε το παιχνίδι περισσότερο δοκιμάσαμε και μερικούς Cooke. Εχει ενδιαφέρον η εικόνα με τον Cooke mini S4/i 32mm και τον αντίστοιχο με εστιακό μήκος 135mm.  Επίσης ενδιαφέρον έχει και ο συμπαθητικός θόρυβος στα 6400 ISO.  Αξιοποιήσιμος κατά τη γνώμη μας. Στο τέλος παίζουμε με ένα καταπράσινο Βιβούρνο Λουσίντουμ και τις ατέλειες (flares) του MIR 37mm.

Στη συνέχεια, περιπλανιόμαστε, παρέα με την C300mkIII και τον Canon 24-105mm II,  στο κέντρο της Αθήνας, ψάχνωντας εικόνες που να μας αρέσουν ή τουλάχιστον να μας προκαλούν το ενδιαφέρον. Στο παρακάτω βίντεο ένα μικρό τμήμα της περιπλάνησής μας με τη συνοδεία της μουσικής του Tengu ni Naru


Συμπεράσματα

Η C300mkIII είναι μια εντυπωσιακή αναβάθμιση της πολύ αγαπημένης σειράς ψηφιακών κινηματογραφικών μηχανών. Είναι μια μηχανή που κρατάει την καλή εργονομία στο σχεδιασμό, που αναβαθμίζει από τα θεμέλια την ποιότητα της εικόνας με νέο αισθητήρα και εντυπωσιακό δυναμικό εύρος και που εντάσσει λειτουργίες που ζητούνται από τους χρήστες όπως τα υψηλότερα framerates και πολλά άλλα μικρά αλλά σημαντικά πράγματα ειδικά αν έρχεται κανείς από ένα χώρο με μεγαλύτερες απαιτήσεις. Οι μικρές λεπτομέρειες στο σχεδιασμό όπως τα φωτιζόμενα κουμπιά αλλά και οι πολλαπλές επιλογές για διευκόλυνση του workflow την κάνουν μια σοβαρή είσοδο στην αγορά σε μια μάλλον προνομιακή τιμή σε σχέση με το μεγαλύτερο full frame αδερφάκι της την C500 που κοστίζει σχεδόν τα διπλά. Η τιμή της θα είναι κοντά στις 10000 ευρώ + ΦΠΑ και αναμένεται να κυκλοφορήσει τον Ιούνιο του 2020. Το μόνο αρνητικό που βρίσκω στα χαρακτηριστικά της μηχανής, είναι η πολυπλοκότητα στις επιτρεπόμενες λειτουργίες. Για παράδειγμα το DGO του αισθητήρα σταματά να λειτουργεί πάνω από τα 60fps. Ομοίως και το face detections του autofocus. Επίσης το DAF (Dual Pixel CMOS autofocus) λειτουργεί μόνο στα framerates που είναι πολλαπλάσια του 24, 25 και 30. Άλλες εταιρείες σχεδιάζουν τα χαρακτηριστικά των μηχανών τους με τρόπο τέτοιο που να είναι συνεπής σε όλο τους το ευρος χρήσης. Για παράδειγμα η αλλαγή στην ποιότητα αλλάζοντας από 60fps στα 61fps με την απενεργοποίηση του DGO μπορεί να επιφέρει θόρυβο στα σκοτεινά και θα πρέπει κάποιος να έχει μάθει καλά τα όρια της μηχανής ώστε να αντισταθμίσει με την καταλλήλη χρήση των ρυθμίσεων την συνεπή του εικόνα. Σε μια ελεγχόμενη συνθήκη μυθοπλασίας όμως τα παραπάνω "παράπονα" δεν θα είχαν μεγάλη σημασία δεδομένου οτι συνήθως οι μηχανές τρέχουν στα 24 ή 25 καρέ και συχνά στο native ISO  800, όπου η μηχανή αποδίδει τέλεια. Σε αυτά τα χρήματα νομίζω οτι είναι ιδανική επιλογή για γυρίσματα σε πολλαπλές διαφορετικές συνθήκες. Ανυπομονούμε να τη χρησιμοποιήσουμε σε κάποια κινηματογραφική ταινία,  και να δοκιμάσουμε με εκτενή τέστ τη δυνατότητα εγγραφής σε υψηλά ISO με σκοπό τη χρήση της ιδιαίτερης ματιέρας της εικόνας για αφηγηματικούς σκοπούς. 

Ευχαριστίες

Η μηχανή Canon C300mkIII μας προσφέρθηκε για test από την εταιρεία ManiosCineTools και ευχαριστούμε θερμά τόσο την Σεσίλια Μανιού όσο και τους Ανδρέα Μαυρογιάννη και Τόνια Ζίκου για την υποστήριξη που μας προσέφεραν. Οι φακοί Cooke mini S4i και Canon zoom lenses παραχωρήθηκαν από την artcut moving image productions. Τέλος, ευχαριστούμε τον Θανάση Καφετζή και τη Νεφέλη Ντακοζούδη για την ωραία περιπλάνηση στο κέντρο της Αθήνας που μόλις έβγαινε από το lockdown.  

26.05.2020

Μιχάλης Γκατζόγιας